Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Αυτή

George Romney. Mother and Child. 





















Ι.
Μητέρα,
κληρονομιά η θλίψη σου
ήμουν μικρή
δεν πρόλαβα
έκοψες τους μίσχους
για να μη γρατζουνιστώ
κι άνθη δεν είδα


ΙΙ.
κι αυτή
τρέχει παστρικά
από το πρωί
να τα σιάξει όλα
να πλύνει λάθος παντελόνια
να ματώσει το όνειρο
να σκληρύνει το πρόβλημα
ας είναι και ξένο
κι αυτή τι κακό
θαρρείς σε έχει πάντα στο χέρι
περιμένει τον εξαποδώ
κι αυτή μα πώς στο καλό
το φυσάει να κρυώσει
κι ας το θέλεις καυτό
κλάμα στο σίριαλ
κλάμα στο ποίημα
κλάμα στο κάθε βρώμικο χιλιοστό
ούτε κουβέντα όμως
κι αυτή
για κλάμα
στην κάθε σου κηδεία

ΙΙΙ.
όταν με φιλούσε
και μου έλεγε
σε αγαπώ

θυμόμουν τον Ιούδα


IV.
την πρώτη φορά είπε
θα δανειστεί
της τα έδωσα
από τότε
έπαψα να δανείζομαι

τη δεύτερη είπε
τα πουλάει όλα
έμεινε με τίποτα
είχα κρατήσει κάποια
της τα δίνω
χάνω τον έλεγχο
ακόμα πληρώνω

πέρασε τρίτη και τέταρτη
έφτασε έρμη η φορά
που έμεινα
προσφέροντας
χωρίς κάτι να δώσω

V.
σε κλείδωσε από έξω
όταν ήσουν πέντε
-είχε νεύρα,
τώρα τη συγχωρείς-
μα από τότε
δεν ξέρεις πώς να βγεις
το έξω
είναι τόσο μεγάλο
που δεν σε χωράει


VI.
γυάλινος θόρυβος
σπάει τα πλευρά της
το κρακ έγινε αιτία
για χρόνια αϋπνία

μαλώνουν

ξεχνάει ότι με αφήσανε
στο τασάκι να καίγομαι

μαζί μου τρεις ακόμα

θυσία για τους θεούς
που μέσα τους
ποτέ δεν βρήκαν


VII.
η τηλεόραση λειτουργεί
σαν καθαρτήριο

τα τσιγάρα που με έστελνε
να της πάρω
τα θυμάμαι ένα-ένα
όταν παίρνω τα δικά μου

ευτυχώς τα κουτάκια μπίρας
τώρα πια
δεν κοστίζουν ακριβά

τόσο όσο τα χρόνια που έφαγα
για να ξεπεράσω
τη φασαρία
από τα άλλα δωμάτια

VIII.
άγιος άνθρωπος
ο ψυχαναλυτής
πασχίζει
αυτή να θεραπεύσει

όχι τη δική μου
τη δική του

IX.
μου έμαθες να αγαπώ
και να φοβάμαι να αγαπήσω
πώς γίνεται αυτό
μία μαμά μόνο ξέρει

Χ.
 κάποια στιγμή
θα γίνω αυτή
κι όλα θα τα ξεχάσω

XΙ.
Μητέρα,
πού είσαι τώρα
για να σε βρω
για να σε χάνω πιο συχνά
για την κουρτίνα που έσκισα
και τη σφαλιάρα που έφαγα
στην πρώτη μαλακία

τύραννος ή άγγελος
ένα και το αυτό
πού είσαι
να με δροσίσεις πριν σου πω
ότι πάλι άργησες
κι έπιασε χειμώνας
πού είσαι
να με κάψεις
ζωντανή
σαν έρθει καλοκαίρι

πού είσαι να σου πω
στρώνω σεντόνια
μαγειρεύω στους εκατόν ογδόντα
βάζω πλυντήριο βαθμούς σαράντα
με μαλακτικό

να σου πω πού είσαι
όταν χάνω τον έλεγχο
πού είσαι όταν πάω να πέσω
πριν χτυπήσω
εκείνο το λεπτό

πού είσαι
να μου θυμίσεις μαζί
με το να φάω και να κοιμηθώ
πως τώρα πρέπει να προσέχω
τώρα που σε χρειάζομαι
πρέπει να μάθω
πως δεν είσαι εδώ

ΧII.
κι αυτές
κάνουν πως
τα καταλαβαίνουν όλα
και δεν καταλαβαίνουν τίποτα

XIII.
πήγε στην Τήνο
για διακοπές
επέστρεψε με ένα
κομποσκοίνι
αρνιόμουν
βασανιζόμουν
κι εφτά μέρες
τον Γολγοθά μου
ανέβαινα

έμεινε ένα μαύρο σχοινί γεμάτο
σκόνη στο ράφι


Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Φόβος



κάτσε ήσυχη σου λένε
μη κάνεις τίποτα σου λένε
όλα θα πάνε καλά
μα τίποτα δεν πάει καλά
φοβάσαι να κοιτάξεις δεξιά σου
φοβάσαι να κοιτάξεις αριστερά σου
φοβάσαι μη κάποιο βλέμμα
σε πάρει παραμάζωμα
και σου γδάρει το λαιμό
κι ύστερα σου λένε
θα σε σώσει ο πολύς κόσμος
φοβάσαι τον πολύ κόσμο
φοβάσαι τον πολύ κόσμο
που δεν έχει ανθρωπιά
και λύπηση για κανέναν

Σημασία



είναι βαρύ να περιμένεις στην ουρά
και να μη σου δίνουν σημασία
νομίζεις ότι σκληραίνεις εκείνη την ώρα
στην πραγματικότητα μέσα σου ξυπνάνε αναμνήσεις
από την παιδική σου ηλικία
όταν χτυπούσες τον μικρό γόνατό σου
και περίμενες υπομονετικά
σκυμμένη κάτω κλαίγοντας
να γυρίσει κάποιος να σε κοιτάξει
να γυρίσει κάποιος να σε σηκώσει
να γυρίσει κάποιος και να σου δώσει σημασία

αυτή τη σημασία που πάντα επιζητούσες
δεν την παίρνεις ποτέ σε μία ουρά
είσαι εκεί και περιμένεις
χάνοντας ώρες
ώρες από τη ζωή σου
αυτές τις ώρες που δεν θα τις πάρεις πίσω ποτέ
αυτές τις χαμένες ώρες
που εκείνη την ώρα
απλά τις σκέφτεσαι σαν ιδρώτα
σαν κούραση
σαν αγωνία για το τι έρχεται μετά

ακόμα κι αν παρακαλάς να πληρώσεις
και δεν σου παίρνουνε  τα χρήματα
αισθάνεσαι ένα άδειο κουβούκλιο
τα έχεις βγάλει με τόσο ζόρι
τα έχεις βγάλει με τόσο ιδρώτα
και είσαι εκεί και σε στήνουνε
σε μία ουρά και περιμένεις
και περιμένεις να δώσεις
και αυτοί δεν θέλουν

και ζητάς λίγη βοήθεια
και ζητάς λίγη προσοχή

το αίμα δεν τρέχει πια από το γονατάκι σου

τρέχει ο ιδρώτας
στα μπούτια στο στέρνο και στο μέτωπό σου
κι εσύ θέλεις να τελειώνει
να τελειώνει αυτό το μαρτύριο
να τελειώνει αυτό το βασανιστικό μαρτύριο
στο οποίο σε υποβάλουν μετά από τη δουλειά

παρακαλάς να πληρώσεις
σε μία ουρά
παρακαλάς να σου δώσει σημασία ο υπάλληλος στο γκισέ
σχεδόν προσεύχεσαι
να τελειώνει


Αναμονή



αναμονή
σε ένα ταχυδρομείο
που δεν στέλνει γράμματα παρά μόνο στο πουθενά
πακέτα που περιμένουν
κάποιον να τα λάβει
σε ένα ράφι

όπως περιμένεις εσύ
να σου δώσει σημασία
η βαρεμένη υπάλληλος
δημόσιας υπηρεσίας
μέσα από έναν διάλογο
που δεν βγάζει νόημα
μέσα από έναν διάλογο 
που εξυψώνει κάθε μηδενισμό
όπως έχει συμβεί αυτό
προηγουμένως

όλα γύρω μάταια
όπως και η μύγα στο τζάμι
όπως και οι νεαροί που μιλάνε για τον στρατό
η γυναίκα που περιμένει
παραπονεμένη μπροστά σου
και φτιάχνεται σε ένα τζάμι θολό
όπως και η
εδώ ζωή μας


Πείραμα



τίποτα εδώ δεν είναι προσωπικό
όλα εδώ είναι ένα γενικό αόριστο σύνολο

εσύ κομμάτι μιας μηχανής
υφή: δυσλειτουργική

Το καλαμάκι


όταν περιμένεις και δεν έρχεται η σειρά σου
στρίβεις το καλαμάκι του καφέ
ανάποδα
το σπας το ραγίζεις με τα δόντια
του κάνεις πληγές
αυτές τις πληγές που σου κάνει η ουρά στον ΟΑΕΔ

Ουρολαγνεία


ουρολαγνεία
η λαγνεία για τις ουρές
υπάλληλοι
γραφειοκρατικά δοχεία
κοφτών αναπτνοών
μίας εσωστρεφικής
διεστραμμένης ασυνέχειας

έγγραφα, χαρτιά, αριθμοί
αναμονή